- μετάταξη
- η1. η μετάθεση υπαλλήλου σε παρεμφερή θέση: Μετάταξη καθηγητών σε γραφεία του υπουργείου Παιδείας.2. μετακίνηση αξιωματικού από ένα σώμα σε άλλο: Μετάταξη από το ναυτικό στην αεροπορία.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.